Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2008

Η ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΗ ΑΡΛΟΥΜΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΕΖΙΚΟ ΘΑΥΜΑ


Τελευταία γινόμαστε μάρτυρες της ανάπτυξης μιας νέας μυθολογίας για τη γέννηση μιας νέας υπερδύναμης που θα οδηγήσει σε ένα πολυκεντρικό παγκόσμιο σύστημα. Η άποψη αυτή, που υιοθετείται από την ρεφορμιστική Αριστερά, προφανώς δεν συλλαμβάνει την σημασία της δομικής αλλαγής που επέφερε η ανάδυση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα. Δηλαδή, το γεγονός ότι η οικονομική αλληλεξάρτηση που έχει επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση, της οποίας καθοριστική έκφραση είναι οι πολυεθνικές, και η αντίστοιχη πολιτική αλληλεξάρτηση, της οποίας καθοριστική έκφραση αποτελεί η υπερεθνική ελίτ, έχουν δημιουργήσει ένα υπερεθνικό σύστημα οικονομικής και πολιτικής δύναμης που υπερβαίνει τα τοπικά κέντρα εξουσίας του παρελθόντος.
Το σύστημα αυτό είναι αυστηρά ιεραρχικό και η ντε φάκτο κατάταξη των χωρών-μελών γίνεται με βάση τον βαθμό οικονομικής και πολιτικοστρατιωτικής δύναμης που συγκεντρώνουν. Θα μπορούσαμε λοιπόν να κάνουμε την υπόθεση ότι οι αρχικές χώρες της «Ομάδας των 7» εξέφραζαν και εκφράζουν την κορυφή της πυραμίδας αυτής, ενώ η προσθήκη της Ρωσίας χθες, και η πιθανή προσθήκη χωρών της ημιπεριφέρειας και περιφέρειας στο μέλλον (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία κλπ) εκφράζουν περισσότερο πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες των αρχικών μελών του κλαμπ παρά την πραγματική οικονομική και πολιτικοστρατιωτική δύναμη των νέων μελών.
Στην Κίνα, έχει δημιουργηθεί τα τελευταία 30 περίπου χρόνια μια «οικονομία κοινωνικής αγοράς με Κινεζικά χαρακτηριστικά», όπως την χαρακτήρισε το τελευταίο συνέδριο του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 2007. Δηλαδή, ένα μοντέλο που στοχεύει να συνδυάσει τον κρατισμό με τις δυνάμεις της αγοράς, στις οποίες παραδίδεται ένα συνεχώς διευρυνόμενο τμήμα της οικονομίας. Δεν είναι όμως δύσκολο να δειχθεί ότι η διπολική εξουσιαστική δομή που δημιουργεί το σύστημα αυτό, σε συνδυασμό με την δυναμική της οικονομίας της αγοράς, οδηγούν αναπόφευκτα στην τελική επικράτηση της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού της συμπληρώματος της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας».
Πού στηρίζεται όμως η μυθολογία για την νέα υπερδύναμη; Βασικά, σε στατιστικά τεχνάσματα που χρησιμοποιούν συνήθως οι απολογητές της παγκοσμιοποίησης για να εκθειάσουν το δήθεν «Κινεζικό θαύμα».
Ένα βασικό τέχνασμα είναι η σύγκριση απόλυτων οικονομικών μεγεθών για το εισόδημα, την παραγωγή κλπ, τα οποία βέβαια δεν έχουν νόημα όταν μιλούμε για μια χώρα που συγκεντρώνει το 21% του παγκόσμιου πληθυσμού. Εάν πάρουμε δηλαδή υπόψη τις πελώριες πληθυσμιακές διαφορές, τότε το κατά κεφαλή εισόδημα της Κίνας (σε αγοραστική δύναμη) είναι μόλις το 17% του αντίστοιχου κατά κεφαλή εισοδήματος στις αναπτυγμένες οικονομίες του Βορρά. Ακόμη και η πολυδιαφημισμένη από τους νεοφιλελεύθερους και σοσιαλφιλελεύθερους ανάπτυξη-ρεκόρ της Κίνας μετά την ενσωμάτωση της στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, κρύβει μια σχεδόν ασήμαντη αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματός της. Έτσι, το 1994, μετά 14 χρόνια αύξησης του ΑΕΠ με τον ρυθμό-ρεκόρ του 10%, το κατά κεφαλή εισόδημα της ήταν περίπου 10% αυτού των ΗΠΑ. Μετά σχεδόν άλλα 10 χρόνια αντίστοιχης ανάπτυξης-ρεκόρ, το 2003, το κατά κεφαλή εισόδημα της Κίνας είχε μόλις φθάσει το 13% αυτού των ΗΠΑ! Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν η Κίνα μπορούσε να συνεχίσει επ’ αόριστον τους ρυθμούς ανάπτυξης της περιόδου αυτής ―πράγμα σχεδόν αδύνατο για οικονομικούς και οικολογικούς λόγους― πάλι, θα χρειαζόταν, όχι κάποιες δεκαετίες, αλλά κάποιους…αιώνες για να πλησιάσει το κατά κεφαλή εισόδημα των ΗΠΑ και αυτό των αναπτυγμένων χωρών στην ΕΕ!
Ένα άλλο τέχνασμα αφορά την δήθεν δραματική μείωση της φτώχειας, η οποία όμως οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο γεγονός ότι η «κομμουνιστική» ηγεσία έβγαλε από τη λίστα των φτωχών 422 εκ. Κινέζους στη περίοδο 1981-2001 επειδή απόκτησαν το «σεβαστό» εισόδημα του 1 δολ. την ημέρα (με το οποίο αυθαίρετα ορίζεται η απόλυτη φτώχεια από τους διεθνείς οργανισμούς), μειώνοντας με μια μονοκονδυλιά το ποσοστό των φτωχών από 64% το 1981 σε 17% το 2001! Στο μεταξύ, ως αποτέλεσμα της Κινεζικής «ανάπτυξης» η χώρα σήμερα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, έχει μια από τις πιο άνισες κατανομές εισοδήματος στον κόσμο, με το 20% των πλουσιότερων Κινέζων να κατέχουν το 50% του πλούτου της χώρας ενώ το φτωχότερο 20% να κατέχει μόνο 4.7%, και με ένα από τους υψηλότερους συντελεστές ανισότητας (Gini coefficient) --χειρότερο ακόμα και από αυτόν της νεοφιλελεύθερης Βρετανίας και των…ΗΠΑ και σχεδόν διπλάσιο των Σκανδιναβικών χώρων!
Όμως, πέρα από τους κοινωνικούς λόγους, οικονομικοί και οικολογικοί παράγοντες δυναμιτίζουν το Κινεζικό «θαύμα» που στηρίχθηκε καθοριστικά στο ξένο κεφάλαιο —δηλαδή στις πολυεθνικές που εγκαταστάθηκαν στη χώρα για να εκμεταλλευθούν τους άθλιους μισθούς και συνθήκες εργασίας που φθάνουν μέχρι το 1/30 των δυτικών, μετατρέποντας την σε «αλυσίδα συναρμολόγησης» της υπερεθνικής ελίτ— στις εξαγωγές και τις συναφείς μαζικές δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι πάνω από 60% των Κινεζικών εξαγωγών και σχεδόν όλες οι εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας, σχεδόν το 100% αυτών, αποτελούν προϊόντα των ξένων δυτικών πολυεθνικών επιχειρήσεων, ενώ στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση έγινε φανερή η στήριξη της Κινέζικης ανάπτυξη σε ξύλινα πόδια.
Με δεδομένο, επομένως, τον βαθμό εξάρτησης της Κινεζικής «ανάπτυξης» από το δυτικό κεφάλαιο και εμπόριο (πράγμα που εξηγεί και το γεγονός ότι η κομμουνιστική ηγεσία είναι από τους θερμότερους υπερμάχους της παραπέρα φιλελευθεροποίησης της διεθνούς οικονομίας!), οποιαδήποτε κρίση στη Δύση αντανακλά άμεσα σε αυτήν, όπως έδειξε και η σημερινή χρηματοπιστωτική κρίση. Τέλος, όσον αφορά τους οικολογικούς λόγους, η συνέχιση της σημερινής ανάπτυξης δεν είναι βιώσιμη όχι μόνο εξαιτίας της πίεσης στις παγκόσμιες πηγές ενέργειας αλλά και της επιταχυνόμενης ερημοποίησης της χώρας και της μαζικά διευρυνόμενης μόλυνσης που ήδη οδηγεί σε πρώιμο θάνατο 400.000 ανθρώπους τον χρόνο.
Οι απολογητές όμως της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης δεν σταματάνε πουθενά. Έτσι έφθασαν να προβλέπουν ότι η Κίνα μέχρι το 2025 θα έχει ξεπεράσει την ΕΕ και μέχρι το 2041 τις ΗΠΑ!
Το στατιστικό τρυκ που χρησιμοποιούν συνήθως οι νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλφιλελεύθεροι απολογητές της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο Martin Jaques, τ. διευθυντής του Marxism Tοday!) είναι η σύγκριση του απόλυτου εισοδήματος, που, για χώρες όπως η Κίνα όπου ζει το 21% του παγκόσμιου πληθυσμού, δεν είναι περίεργο ότι ξεπέρασε αυτό της Ιταλίας και τώρα της Βρετανίας, όπου όμως ζει λιγότερο από το 1%. Εάν δηλαδή λάβουμε υπόψη τις πελώριες πληθυσμιακές διάφορες τότε το κατά κεφαλή εισόδημα της Κίνας (σε αγοραστική δύναμη) είναι μόλις το 16,5% του μέσου εισοδήματος στην ΕΕ των ‘15’! Aκόμη, παρά τους γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης μετά την ενσωμάτωση της Κίνας στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς που θαυμάζουν οι νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλφιλελευθεροι, η σχετική αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματος της ήταν σχεδόν ασήμαντη τα τελευταία 25 χρόνια. Έτσι, το 1978, πριν ν αρχίσει το «άνοιγμα» της Κίνας (δηλαδή η ενσωμάτωση της) στη διεθνή αγορά, το κατά κεφαλή εισόδημα της ήταν περίπου 10% αυτού των ΗΠA. Μετά σχεδόν 25 χρόνια αγοραιοποίησης, το 2001, ήταν 12,2% αυτού των ΗΠΑ! Aυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν η Κίνα μπορούσε να συνεχίσει επ αόριστον τους ρυθμούς ανάπτυξης της περιόδου αυτής, όπου το κατά κεφαλή εισόδημα της αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό 8,1% μεταξύ 1975 και 2000 και 10% μεταξύ 1990 και 2001 (έναντι 2% και 3,5% αντίστοιχα των ΗΠΑ) ―πράγμα σχεδόν αδύνατο για οικονομικούς και οικολογικούς λόγους― πάλι, θα χρειαζόταν, όχι κάποιες δεκαετίες, αλλά πολλούς…αιώνες για να πλησιάσει το κατά κεφαλή εισόδημα των ΗΠΑ και αυτό των αναπτυγμένων χωρών στην ΕΕ!
Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η αύξηση του απόλυτου μεγέθους της Κινεζικής οικονομίας δεν έχει σημαντικές οικονομικές και οικολογικές επιπτώσεις στον πλανήτη. Ήδη η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εισαγωγέας τσιμέντου, άνθρακα, χάλυβα, νίκελ και αλουμινίου και ο δεύτερος (μετά τις ΗΠΑ) εισαγωγέας πετρελαίου, ενώ η συνεχής επέκταση της ζήτησης από αυτή έχει οδηγήσει σε εκρηκτικές αυξήσεις των τιμών. Αντίστοιχα, η Κίνα είναι η κύρια πηγή απορρόφησης ξένων επενδύσεων. Παράλληλα, ήδη παράγει τις μισές κάμερες στον κόσμο, ένα τέταρτο των πλυντηρίων και 90% των παιχνιδιών, ενώ προκάλεσε πανικό στις χώρες της ΕΕ τους πρώτους μήνες του 2005 όταν αύξησε τις εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προς αυτές κατά 300% και υποδημάτων κατά 700%. Στο μεταξύ η Κίνα αποτελεί έναν από τους κυριότερους χρηματοδότες του Αμερικανικού καταναλωτισμού σήμερα βοηθώντας, μέσω των αγορών κυβερνητικών τίτλων, στην κάλυψη του πελώριου Αμερικανικού ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών.
Οι ρυθμοί αυτοί ανάπτυξης είχαν υποτίθεται αποτέλεσμα ότι ο αριθμός των Κινέζων κάτω από την επίσημη γραμμή της φτώχειας μειώθηκε κατά σχεδόν 400 εκατομμύρια και έτσι η χώρα, ουσιαστικά, έπαυσε να έχει φτωχούς, αφού το ποσοστό τους έπεσε από 49% του πληθυσμού το 1981 σε 6,9% το 2002. Εκείνο όμως που παραλείπουν να αναφέρουν οι Κινεζικές ελιτ είναι ότι για να επιτύχουν αυτό το «θαύμα» έδωσαν δικό τους ορισμό στη φτώχεια που αντιστοιχεί σε επιβίωση με περίπου 21 σέντς την ημέρα (625 Yuan το χρόνο) όταν η επίσημη γραμμή της φτώχειας που χρησιμοποιεί η Παγκόσμια Τράπεζα είναι $2, ή τουλάχιστον $1 την ημέρα! Οι νέες Κινεζικές ελιτ των εκατομμυριούχων «κομμουνιστών» ―100 από τους οποίους έχουν περιουσία 30 δις. δολλ.― σε μια (αναπόφευκτη στο σύστημα της αγοράς) διαδικασία συνεχούς διόγκωσης της ανισότητας έχουν βέβαια κάθε λόγο να αποπροσανατολίζουν τα λαϊκά στρώματα αφού είναι οι κυρίως ωφελούμενοι. Έτσι, σε μία έρευνα του 1997 βρέθηκε ότι οι υψηλού εισοδήματος οικογένειες (1,3% του συνόλου) έλεγχαν πάνω από το 31% όλων των περιουσιακών στοιχείων, ενώ οι χαμηλού εισοδήματος οικογένειες (44% του συνόλου) μόνο το 3%.
Παράλληλα, οι αστικοί μισθοί είναι τουλάχιστον τετραπλάσιοι από τους αγροτικούς και σε πολλές περιοχές επταπλάσιοι. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι 10 εκ. αγρότες τον χρόνο αφήνουν τους αγρούς και στριμώχνονται στις φτωχογειτονιές των πόλεων, κάτω από εργατικές συνθήκες και συνθήκες διαβίωσης του 19ου αιώνα. Το αποτέλεσμα είναι ότι η καλλιεργήσιμη γη μειώθηκε κατά 6,7 εκ. εκτάρια τα τελευταία οκτώ χρόνια και η Κίνα, για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της, έχασε τη αγροτική αυτοδυναμία της και εξαρτάται από εισαγωγές σταριού από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία για να θρέψει τον πληθυσμό της! Ακόμη, πίσω από το «θαύμα» κρύβονται εκατομμύρια ανθρώπινες τραγωδίες, εφόσον πέρα από την επιδείνωση της κοινωνικής ασφάλειας, τα εργατικά ατυχήματα, μόνο στους ανθρακωρύχους, έχουν φθάσει τους 5.000 νεκρούς τον χρόνο, 75% του παγκόσμιου συνόλου ενώ η Κίνα παράγει μόνο το ένα τρίτο του παγκόσμιου άνθρακα. Τέλος, για να γίνουν οι ουρανοξύστες της Σαγκάης που θαυμάζουν οι απολογητές της παγκοσμιοποίησης, ξεσπιτώθηκαν αναγκαστικά 2,5 εκ. από τον πληθυσμό της.
Το κυριότερο όμως είναι ότι η ίδια η νεοφιλελεύθερη ανάπτυξη της Κίνας στηρίζεται στο ξένο κεφάλαιο και τις μαζικές δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές—δηλαδή σε αστάθμητους η περιστασιακούς παράγοντες. Φυσικά, οι υψηλής προστιθέμενης αξίας και τεχνολογίας δραστηριότητες, και η έρευνα και η ανάπτυξη γι’ αυτές, παραμένουν στα μητροπολιτικά κέντρα…

ΑΙΣΩΠΟΣ

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σε αυτή τη λογική και ο Krugman απομυθοποιεί το κινέζικο θαύμα παραλληλίζοντας το με το «οικονομικό θαύμα» της Σοβιετικής Ένωσης τις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60. Αιτιολογεί τη μεγάλη αύξηση του Προϊόντος λόγω της εκτατικής ανάπτυξης σε αντιδιαστολή με την εντατική ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα το κινέζικο θαύμα οφείλεται στην εκτατική ανάπτυξη, δηλαδή στην «κινητοποίηση» των «πόρων», των πλουτοπαραγωγικών πηγών μίας οικονομίας και ειδικά του ανθρώπινου παράγοντα. Με άλλα λόγια οι κινέζοι αναπτύσσονται επειδή ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού μπαίνει στην παραγωγή. Καθώς επίσης και γιατί μεγάλο κομμάτι του αγροτικού πληθυσμού μεταναστεύει στις μητροπόλεις και δουλεύει στη βιομηχανική παραγωγή με τους δυσθεώρητους μισθούς μερικών δολαρίων. Έτσι είναι αναπόφευκτο η ανάπτυξη αυτή να κοπάσει και το θαύμα να καταρρεύσει, όταν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ενταχθεί στη βιομηχανική παραγωγή και δεν υπάρχουν πλέον νέα εργατικά χέρια.
Αντίθετα η εντατική ανάπτυξη που οφείλεται στην εντατικοποίηση της παραγωγής με εκβιομηχάνιση, τεχνολογικές καινοτομίες κ.ο.κ. θεωρείται ότι προκαλείται με ποιο στέρεες βάσεις.

Ανώνυμος είπε...

Οι αναπτυσσόμενες χώρες που υποτίθεται ότι θα αναλάμβαναν τον ρόλο της ατμομηχανής της παγκόσμιας οικονομίας σε αυτήν την δύσκολη συγκυρία, προσφεύγουν η μία μετά την άλλη στο Δ.Ν.Τ, τα χρηματιστήριά τους καταβαραθρώνονται, τα νομίσματά τους υποτιμώνται και οι τιμές των πρώτων υλών, επάνω στις οποίες είχαν κτίσει τα τελευταία χρόνια την οικονομική τους ισχυροποίηση υποχωρούν συνεχώς.
Η αναπόφευκτη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης του μέσου Αμερικάνου δεν μπορεί παρά να έχει σοβαρό αντίκτυπο στις προσανατολισμένες στις εξαγωγές οικονομίες αυτών των χωρών, και η διατυμπανιζόμενη από πολλούς οικονομολόγους ενίσχυση της εγχώριας ζήτησής τους, που θα αποτελούσε τον παράγοντα αναθέρμανσης της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης δεν αποτελεί παρά μια ακόμη αστήρικτη εικασία.
Η ενίσχυση της καταναλωτικής ζήτησης των δισεκατομμυρίων Κινέζων παραδείγματος χάριν προϋποθέτει μια γενναία αύξηση των μισθολογικών απολαβών τους, που είναι πολύ αμφίβολο εάν είναι διατεθειμένο το καθεστώς να παραχωρήσει δεδομένου ότι η αύξηση αυτή θα είχε μεγάλη επίπτωση στο κόστος παραγωγής των προϊόντων και κατ’ επέκταση στην ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών. Βέβαια αυτή η αύξηση θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από μια γοργή αύξηση της παραγωγικότητας στην κινέζικη βιομηχανία, η οποία όμως παραμένει κατά βάση έντασης εργασίας και όχι κεφαλαίου, δηλαδή στηρίζεται όχι τόσο στην καινοτομία των μεθόδων παραγωγής και της οργάνωσης της εργασίας, αλλά στις στρατιές των φθηνών εργατικών χεριών που διαθέτει η αχανής χώρα. Οι μοντέρνες εξαγωγικές μονάδες έντασης κεφαλαίου, που είναι συγκεντρωμένες σε κάποια μεγάλα αστικά κέντρα του νότου της Κίνας, ελέγχονται από τις ξένες πολυεθνικές και συνιστούν μικρούς θύλακες, χωρίς μεγάλες συνδέσεις με τους υπόλοιπους υπανάπτυκτους τομείς της κινέζικης παραγωγικής δομής. Η ενδοχώρα βρίσκεται σε μια ημιφεουδαρχική κατάσταση, από την οποία θα χρειαζόταν δεκαετίες για να βγει.
Δεν θα πρέπει επίσης να μας διαφεύγει ότι δεν υπάρχει κάποιο οργανωμένο και αυτόνομο συνδικαλιστικό κίνημα στην Κίνα που θα μπορούσε να πιέσει προς την κατεύθυνση βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου της ντόπιας εργατικής τάξης.
Πολλές ανταποκρίσεις σε δυτικά οικονομικά έντυπα των τελευταίων ετών κάνουν λόγο για την ανάδυση μιας μεσαίας τάξης που αποκτά καταναλωτικές συνήθειες και συμπεριφορές των αντίστοιχων τάξεων της δύσης. Πέρα από την εγκυρότητα αυτών των περιγραφών, πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτό εάν ισχύει έχει και την αρνητική του πλευρά. Π.χ τώρα που το κινέζικο χρηματιστήριο μετράει μεγάλες απώλειες και άρα μείωση του εισοδήματος αυτής της μεσαίας τάξης, που είναι φυσικό να είχε επενδύσει σε μετοχές μεγάλο μέρος της υπερβάλλουσας ρευστότητάς της, θα σημάνει αναπόφευκτα και μείωση της ζήτησής της για καταναλωτικά αγαθά

Από την άλλη τα ισχυρά συναλλαγματικά αποθέματα της Κίνας σε δολάρια, που προήλθαν από την κυριαρχία των φθηνών κινέζικων προϊόντων, αποτελούν όντως ένα ισχυρό όπλο στην φαρέτρα της Κίνας αλλά δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση παράγοντα που μπορεί από μόνος του να μετατρέψει μια χώρα σε κυρίαρχο παίκτη της παγκόσμιας οικονομίας.
Επίσης στα θετικά πρέπει να συμπεριλάβουμε το γεγονός ότι οι κινέζικες νομισματικές αρχές υποστηρίζουν σθεναρά την πολιτική της υποτίμησης του γουάν σε σχέση με το δολάριο για να διατηρείται έτσι η υπεροχή των προϊόντων τους στις διεθνείς αγορές και θα το σκεφτούν πάρα πολύ προτού συμμορφωθούν με τις επίμονες οχλήσεις των ΗΠΑ για μια ουσιαστική ανατίμηση του νομίσματός τους έναντι του δολαρίου.
Συμπερασματικά η Κίνα είναι υπολογίσιμη υπό προϋποθέσεις, αλλά απέχει μακράν από τον ρόλο που πολλοί αναλυτές θέλουν να της αναθέσουν ως της νέας παγκόσμιας υπερδύναμης.

Ανώνυμος είπε...

Έτσι είναι. Θα χρειαστούν πολλά χρόνια και προϋποθέσεις για να γίνει η Κίνα οικονομική υπερδύναμη. Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι η αύξηση των πραγματικών μισθών τους για να τονωθεί η εσωτερική ζήτηση και οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες.