Παρασκευή 15 Μαΐου 2009

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ - ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Σε πρώτη προσέγγιση ο χώρος συλλαμβάνεται ως υποδοχέας των αντικειμένων, τα οποία εμφανίζονται ως τοποθετημένα σε ορισμένο περιβάλλον.
Έτσι ο χώρος δείχνει να προϋποτίθεται λογικά και οντολογικά των αντικειμένων και των σχέσεών τους και να τα περιέχει.
Θα πρέπει όμως να αναρωτηθούμε: Μπορεί ο χώρος να συνιστά ένα περιβάλλον-πλαίσιο, ένα τεράστιο κουτί ή καλούπι το οποίο γεμίζουμε με αντικείμενα; Μια τέτοια σύλληψη ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα του χώρου;
Πάνω στο χαρτί ή στο έδαφος μπορούμε βέβαια να χαράξουμε τρεις, τέσσερις, ή και περισσότερες γραμμές εντός των οποίων εν συνεχεία μπορούμε να τοποθετήσουμε κάποια άλλα μικρότερων διαστάσεων αντικείμενα και σχήματα. Αλλά αυτό είναι μια αφαιρετική κατασκευαστική εργασία οριοθέτησης και κατασκευής χώρων που γίνεται για καθαρά πρακτικούς και χρησιμοθηρικούς λόγους, ένα παιχνίδι όμοιο με εκείνο των ρώσικων κουκλών, οι οποίες περιέχονται η μια μέσα στην άλλη. Σε αυτό το παιχνίδι μπορούμε να συνεχίζουμε ατελεύτητα την κατασκευή χώρων, όπου ο ένας θα περιέχεται εντός του άλλου. Ο συνολικός όμως χώρος θα διαρρέει όπως η άμμος μέσα από τα χέρια μας, γιατί πάντα θα υπάρχει ένας χώρος πάντα μεγαλύτερος από τον έτσι κατασκευαζόμενο. Η πραγματικότητα του χώρου επομένως υπαγορεύει μια διαφορετική σύλληψη της εννοίας του, διότι μόνο αφηρημένα μπορούμε να σκεφτούμε τον χώρο ως πλαίσιο και φόντο.
Η σύλληψη του χώρου λοιπόν κατά έναν τέτοιο τρόπο δεν μπορεί να ικανοποιήσει την απαιτητική σκέψη, γιατί αφήνει αναπάντητο το ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι απαντά.
Παραμένει ως εκ τούτου ακέραια η απορία για την φύση του χώρου.
Αυτός είναι ο λόγος που μας αναγκάζει να αλλάξουμε μεθοδολογία στην προσπάθεια προσπέλασης της εννοίας και της πραγματικότητας του χώρου.
Πρέπει να βάλουμε σε παρένθεση την αντίληψη του χώρου ως περιέχοντος-φόντου-πλαισίου-
υποβάθρου που προηγείται οντολογικά και λογικά των αντικειμένων-πραγμάτων και να προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε την αντίστροφη διαδρομή.
Βλέπω ένα χωράφι, μια συστάδα δένδρων στην άκρη του, αμέσως μετά μια πλαγιά και πάνω της τα σπίτια ενός χωριού. Πιο πίσω στο βάθος και μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι μια οροσειρά που κλείνει τον ορίζοντα. Όλα αυτά είναι ο χώρος: ο τρόπος που είναι τοποθετημένα, που συνέχονται, αλληλοδιεισδύουν, αλληλοσυμπλέκονται, που ενώνονται μέσα στην διαφορά τους συγκροτώντας ένα ενιαίο τόπο, ο τρόπος που το καθένα από αυτά τα στοιχεία γίνεται το φόντο του άλλου, ανάλογα με την οπτική γωνία του εποπτεύοντος υποκειμένου. Όσο μακριά και να κοιτάξουμε, όσο ευρεία και αν είναι η εποπτεία μας δεν βλέπουμε παρά αντικείμενα-έμψυχα και άψυχα- σχετιζόμενα μεταξύ τους. Τοιουτοτρόπως ο χώρος μετατρέπεται σε ένα απίστευτα πολύπλοκο και απροσδιόριστο δίκτυο σχέσεων αντικειμένων.
Ένα βουνό, τα δέντρα στον κάμπο, τα σπαρτά, το ποτάμι που διασχίζει το τοπίο, όλα αυτά συγκροτούν τον χώρο, αλλά όλα αυτά είναι πράγματα τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο σε στενή γειτνίαση, μολονότι η έκφραση αυτή δεν είναι ακριβής, διότι αυτά όλα συνωστιζόμενα σε μια τεράστια πυκνότητα και στενά συσχετιζόμενα είναι που συγκροτούν τον χώρο, είναι ο χώρος.
Άρα η ύπαρξη των πραγμάτων-αντικειμένων και η πυκνή συνάφεια και σχέση των αντικειμένων είναι που δομεί τον χώρο. Ο χώρος είναι μια άλλη ονομασία για ετούτη την πυκνή δόμηση και συνάφεια.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να θεωρήσουμε τον χώρο ως μια μετωνυμία της συν-παράθεσης των αντικειμένων-πραγμάτων και των πολλαπλών συσχετίσεών τους.
Ο χώρος λοιπόν είναι αυτή η ύπαρξη των αντικειμένων και των σχέσεων που έχουν αυτά μεταξύ τους, είναι συνέπεια και όχι προαπαιτούμενο, δεν προηγείται οντολογικά ετούτων, απλώς η τυπική λογική και γενικότερα οι ανάγκες της εργαλειακής σκέψης και οι σκοπιμότητες των πρακτικών χειρισμών απαιτούν τον διαχωρισμό χώρου/πραγμάτων.
Επιπλέον ο χώρος είναι συνεχής χωρίς ρήγματα και κενά. Δεν μπορούμε να εντοπίσουμε καμία τομή εντός του χώρου. Τα λεγόμενα ΄΄κενά΄΄ δεν είναι τέτοια παρά μόνον υπό την έποψη της ασυνέχειας κάποιων κλάσεων αντικειμένων, πχ το δάσος διακόπτεται από ένα ποτάμι ή από ένα ξέφωτο. Ουσιαστικό κενό δεν υπάρχει και αυτό μας υποχρεώνει να θεωρήσουμε τον χώρο ως ένα συνεχές που δεν επιδέχεται χάσματα και ρηγματώσεις.
Η ορθολογικοποιούσα συνείδηση είναι αυτή που επιβάλλει κατατμήσεις για λόγους ευκολότερης προσέγγισης των διερευνώμενων από αυτήν αντικειμένων. Τα με αυτόν τον τρόπο όμως προκύπτοντα ερευνητικά πεδία-τοπογραφία, χωροταξία,κλπ- δεν πρέπει να λησμονούμε ότι συγκροτούνται τεχνητά και για συγκεκριμένους λόγους έξω από τα πλαίσια των οποίων απονομιμοποιείται πλήρως η χρήση των εν λόγω εργαλείων τμήσης(τεμαχισμού) .
Κάθε νέο αντικείμενο έρχεται να προσ-τεθεί, να τεθεί επάνω δηλ. να επι-τεθεί στο ήδη υπάρχον δίκτυο-περιβάλλον των προϋπαρχόντων αντικειμένων και να λάβει την θέση του εντός αυτού του δικτύου, συνυφαινόμενο, συν-τιθέμενο με αυτό. Αυτή όμως η νέα παρουσία-τοποθέτηση εντός του υπάρχοντος δικτύου προκαλεί αναδιοργανώσεις του χώρου, αναστατώνοντας τις παγιωμένες συνάφειες και τροποποιώντας τες. Οι έτσι προκύπτουσες αναδιατάξεις προσδίδουν στον χώρο ένα χαρακτήρα συνεχούς αναστάτωσης και έντασης.
Η διαρκής ανακατασκευή, αυτοαναδιοργάνωση του χώρου είναι επομένως άλλος ένας ουσιώδης χαρακτήρας του και αυτό γίνεται δυνατόν επειδή ο χώρος διαθέτει μια τρομερή πλαστικότητα ή ικανότητα στρέβλωσης.
Συνακόλουθα και παρόλη την πυκνότητα και τον παρατηρούμενο συνωστισμό, η φέρουσα ικανότητα του χώρου δείχνει ανεξάντλητη. Αυτή η διαπίστωση αμφισβητείται από τα πορίσματα της οικολογίας περί εξάντλησης των πόρων, ύπαρξης ανυπέρβλητων περιβαλλοντικών ορίων αλλά και από επιστημονικά σενάρια περί της αναπόφευκτης μακροπρόθεσμα καταστροφής του πλανήτη γη. Από την άποψη όμως του σύμπαντος χώρου, αυτές οι καταστροφές και τα όρια συνιστούν ένα εντοπισμένο επεισόδιο που λαμβάνει ή θα λάβει χώρα σε μια απειροελάχιστη γωνιά του χώρου με αμελητέα επίδραση στην κατάσταση και την πορεία του μεγα-χώρου. Επομένως ακόμη και αν ισχύει η θεωρία της εξάντλησης και της περιορισμένης φέρουσας ικανότητας για το γήινο μικροεπίπεδο, αυτή δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, για την μακροκοσμική διάσταση. Όμως ακόμη και στον δικό μας κόσμο μπορούμε να παρατηρήσουμε μια τεράστια δυνατότητα υποδοχής και αφομοίωσης συνεχώς νέων αντικειμένων-μορφών, δίνοντας την αίσθηση ενός χώρου δυνάμενου κατά κάποιο τρόπο να αυτοδιαστέλλεται για να κάνει συνεχώς ΄΄χώρο΄΄ και σε νέους ενοίκους και αφίξεις.
Παρεμπιπτόντως, ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής δεν φαίνεται να βρίσκει θέση στην εδώ υιοθετούμενη οπτική για ένα και μόνο λόγο. Η αύξουσα αταξία ή εντροπία του δεύτερου νόμου δεν συμβιβάζεται με την συνεχή μορφογένεση , και την, παράλληλη με την φθορά και εξαφάνιση, εμφάνιση και νέων ειδών που δικτυώνονται στον χώρο και τον αναδομούν, τον ανασυνθέτουν και τον αναζωογονούν διαρκώς.
Ως εδώ έχουμε αναδείξει κάποιους ουσιώδεις χαρακτήρες του χώρου. Συγκεφαλαιώνω: Σχεσιακότητα, συνεχές, πλαστικότητα, και διαρκής ανοικοδόμηση του εαυτού του, συμπεριλαμβάνονται στις κύριες ιδιότητες ή κατηγορήματα του χώρου.
Διευκρινίζω ότι μιλώ για τον πραγματικό χώρο και όχι για τον αφηρημένο-μαθηματικό χώρο.
Οι προαναφερθείσες επισημάνσεις εξαντλούν όλα όσα θα μπορούσαν να ειπωθούν για το είναι του χώρου; Σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο.
Η ικανότητα του χώρου να αυτοαλλοιώνεται επιτρέπει να εισαγάγουμε στον προβληματισμό μας την διάσταση του χρόνου, διότι ένας πάντα ταυτός με τον εαυτό του χώρος, θα ήταν αιωνίως ακίνητος, και σε έναν ακίνητο, αναλλοίωτο χώρο δεν μπορεί να επισυναφθεί ένας αντικειμενικός χρόνος παρεκτός με την υποκειμενική του διάσταση.
Θεωρητικά και εάν όλες οι μορφές-είδη που συγκροτούν τον χώρο παρέμεναν οι ίδιες εις τον αιώνα τον πάντα, μόνο ένας υποθετικός παρατηρητής που θα ταξίδευε από το ένα σημείο του χώρου στο άλλο θα μπορούσε να έχει μια αίσθηση χρονικής διαδοχής. Αυτή εξάλλου είναι και η περίπτωση του πλατωνικού θεατή του υπερουράνιου αναλλοίωτου κόσμου των αρχετυπικών ιδεών. Σε αυτή την περίπτωση η θεμελίωση ενός αντικειμενικού χρόνου καθίσταται εξαιρετική δύσκολη, μιας και η συναρμογή των πολλών υποκειμενικών-βιωματικών χρόνων είναι κατ’ ουσίαν ανεπίτευκτη.
(Παρέκβαση: Αυτή καθεαυτή η πλατωνικού τύπου πρόσβαση των καθ’ έκαστον υποκειμένων στον αληθινό κόσμο των ιδεών-μορφών δια της αναμνήσεως, προϋποθέτει νοητικές διαδικασίες αναγωγής ομοιόμορφες από όλα αυτά τα υποκείμενα που είναι εξαιρετικά αμφίβολο κατά πόσον μπορούν να πραγματοποιηθούν. Και ποιος εγγυάται ότι η δική μου ανάβαση προς εκείνον τον κόσμο είναι ορθότερη από την δική σου; Υποτίθεται ότι οι ψυχές κατά την προγενέστερη φάση της ύπαρξής τους ενδιαιτώντο στον ίδιο τόπο και εκεί εθεώντο τις ίδιες ουσίες, αλλά μιας και εκείνη η γνώση έχει λησμονηθεί και ξεθωριάσει, πως το κάθε υποκείμενο θα γνωρίζει ότι οι δικές του προσπάθειες βρίσκονται στον σωστό δρόμο; Συγκρίνοντάς τες με τις προσπάθειες των άλλων οδοιπόρων; Ανταλλάσσοντας εμπειρίες και απόψεις με αυτούς; Κι ακόμη κι έτσι γιατί οι δικές τους προσπάθειες να είναι πιο ορθές ως μέτρο σύγκρισης; Για να εκτιμηθεί με αντικειμενικότητα το ορθό/λάθος δύο γραμμών πλεύσης πρέπει να υπάρχει μια τρίτη γραμμή πλεύσης που να έχει γίνει αποδεκτό ως κανόνας ή μέτρο όλων των πλεύσεων και να αποτελεί το ύστατο κριτήριο, αλλά τέτοιο υπερ-κριτήριο δεν υπάρχει. Το πρόβλημα παραμένει αδάμαστο και καθίσταται ακόμη οξύτερο εάν μεταβούμε από τον αντικειμενικό ιδεαλισμό στις διάφορες εκδοχές του νεώτερου υποκειμενικού ιδεαλισμού).
Όμως σε αντίθεση με αυτόν τον στατικό, παγωμένο, θεωρητικά κατασκευασμένο χώρο, ο πραγματικός χώρος αυτομετασχηματίζεται διαρκώς. Νέες μορφές και είδη έρχονται να προσ-τεθούν στα ήδη υπάρχοντα, οι παλιές μορφές αλλοιώνονται ουσιωδώς, και οι μεταξύ τους σχέσεις δεν παγιώνονται ποτέ. Πάνω στο βράχο, φυτρώνουν βρύα και λειχήνες και αν προσέξουμε καλύτερα, σέρνεται ένα σκουλήκι. Ένας άνθρωπος με το κυνηγετικό του ντουφέκι στήνει καρτέρι πίσω από μια φυλλωσιά στο ίδιο περίπου σημείο που πριν από αναρίθμητα χρόνια παραμόνευε ένας τυραννόσαυρος το θήραμά του. Μια τεράστια κοσμόπολις με τα περίχωρά της καταβροχθίζει τον κάμπο και η κορυφή του διπλανού βουνού έχει ισοπεδωθεί από τις εγκαταστάσεις ενός στρατιωτικού αεροδρομίου.
Υπάρχει μια πραγματική αλλαγή που λαμβάνει χώρα με την συνδρομή του υποκειμένου αλλά και ανεξάρτητα από αυτό, και στην οποία βρίσκει έρεισμα η σύλληψη του χρόνου από τον άνθρωπο. Πρέπει να αποδεχθούμε μια αντικειμενική διάσταση του χώρου και του χρόνου και να μην τους θεωρούμε ως απλές υποκειμενικές μορφές ή σχήματα εποπτείας , χωρίς να παραβλέπουμε βέβαια και την υποκειμενική συνδρομή στην διαμόρφωση της εννοίας τους. Η σύνθεση ετούτη ασφαλώς και παραμένει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα του στοχασμού.
Ο συνεχής, χωρίς χάσματα και ρήξεις χαρακτήρας του χώρου δεν πρέπει να εννοείται από εμάς σαν να έχει μια ομοιογενή και ομοιόμορφη φύση αλλά είναι καλύτερα να τον συλλογιζόμαστε σαν μια ενότητα μέσα στην πολυμορφία, των ειδών που τον συγκροτούν.
Μια τέτοια αντιμετώπιση του χώρου επομένως ανοίγει τον δρόμο και μπορεί να θεωρηθεί ως υποστηρικτική μιας απόπειρας διαφορετικής διαπραγμάτευσης και του προβλήματος του χρόνου.

1 σχόλιο:

Αίσωπος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.